ἐμπέσωσιν

ἐμπέσωσιν
ἐμπίτνω
fall upon
aor subj act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • συμβαστάζω — ΜΑ [βαστάζω] 1. βαστάζω, σηκώνω κάτι μαζί με κάτι άλλο 2. παραβάλλω, συγκρίνω μσν. μτφ. ανέχομαι («οὐκ ἐπαινῶν, φησί, γάμον... ἀλλά συμβαστάζων, ἵνα μὴ εἰς περιττὸν ὄλεθρον ἐμπέσωσιν», Επιφάν.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”